Η υπερπρολακτιναιμία ασκεί βαθιά επίδραση στην ανδρική σεξουαλική λειτουργία, διαταράσσοντας ορμονικές οδούς κρίσιμες για την ερωτική διάθεση, τη στυτική λειτουργία και την αναπαραγωγική ικανότητα. Η χρόνια υπερπρολακτιναιμία μπορεί να συμβάλει σε δομικές αλλαγές στους όρχεις και στον άξονα υποθαλάμου-υπόφυσης-επινεφριδίων (HPG).
Προλακτίνη
Υπό φυσιολογικές συνθήκες, τα επίπεδα προλακτίνης στους άνδρες είναι χαμηλά. Ενδέχεται να αυξηθούν λόγω διαφόρων παραγόντων, όπως το στρες, η φαρμακευτική αγωγή, οι όγκοι της υπόφυσης ή άλλες υποκείμενες παθήσεις. Όταν τα επίπεδα προλακτίνης υπερβαίνουν τα φυσιολογικά όρια, μπορεί να διαταράξουν τη λεπτή ορμονική ισορροπία που είναι ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση της υγιούς σεξουαλικής λειτουργίας στους άνδρες.
Ένας από τους βασικούς τρόπους μέσω των οποίων η υπερπρολακτιναιμία επηρεάζει την ανδρική σεξουαλική λειτουργία είναι η καταστολή της δραστηριότητας της εκλυτικής ορμόνης των γοναδοτροπινών (GnRH), η οποία οδηγεί σε αναστολή της έκκρισης της ωχρινοτρόπου ορμόνης (LH) και της θυλακιοτρόπου ορμόνης (FSH) από την υπόφυση.
Οι ορμόνες αυτές διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη ρύθμιση της παραγωγής τεστοστερόνης και στην ωρίμανση των σπερματοζωαρίων στους όρχεις. Επομένως, η μείωση των επιπέδων τους οδηγεί σε μειωμένη σύνθεση τεστοστερόνης, άρα, σε υπογοναδισμό.
Η τεστοστερόνη παίζει καθοριστικό ρόλο στη διατήρηση της λίμπιντο (σεξουαλική ορμή), της στυτικής λειτουργίας και της συνολικής σεξουαλικής ικανοποίησης στους άνδρες. Επομένως, η μείωση των επιπέδων της που προκαλείται από την υπερπρολακτιναιμία, είναι πιθανό να οδηγήσει σε διάφορες σεξουαλικές δυσλειτουργίες, συμπεριλαμβανομένης της μειωμένης ερωτική διάθεση, της στυτικής δυσλειτουργίας (ΣΔ) και της μειωμένης εκσπερμάτισης, κάτι που έχει καθοριστική επίδραση στην ποιότητα ζωής και τις ερωτικές σχέσεις τους.
Συμπτώματα
Θεραπεία
Η έγκαιρη αναγνώριση και η κατάλληλη θεραπεία μετριάζουν τις δυσμενείς επιπτώσεις της υπερπρολακτιναιμίας στην ανδρική σεξουαλική λειτουργία και τη συνολική ευημερία.
Η θεραπευτική στρατηγική έχει σκοπό την ομαλοποίηση των επιπέδων προλακτίνης και την ανακούφιση των σχετικών συμπτωμάτων. Οι αγωνιστές ντοπαμίνης, όπως η βρωμοκρυπτίνη και η καβεργολίνη, είναι συνήθως τα συνταγογραφούμενα φάρμακα που δρουν διεγείροντας τους υποδοχείς ντοπαμίνης στην υπόφυση, αναστέλλοντας έτσι την έκκριση προλακτίνης. Με τη μείωση των επιπέδων προλακτίνης, τα φάρμακα αυτά μπορούν να αποκαταστήσουν τη φυσιολογική λειτουργία των όρχεων και να βελτιώσουν τη σεξουαλική υγεία των προσβεβλημένων ανδρών.
Εκτός από τη φαρμακευτική αγωγή, η αντιμετώπιση των υποκείμενων αιτιών της υπερπρολακτιναιμίας, όπως οι όγκοι της υπόφυσης ή οι παρενέργειες των φαρμάκων, μπορεί να είναι απαραίτητη για την επίτευξη του βέλτιστου θεραπευτικού αποτελέσματος.
Η χειρουργική αφαίρεση ή η ακτινοθεραπεία των αδενωμάτων της υπόφυσης (προλακτινώματα) μπορεί να ενδείκνυται σε περιπτώσεις όπου η φαρμακευτική θεραπεία από μόνη της είναι ανεπαρκής ή αντενδείκνυται.